Κων/νος Καρατσώλης
Δικηγόρος

 

Η Αρχιτεκτονία  – πνευματικό άυλο αγαθό και δημιούργημα που προστατεύεται από ειδικούς κανόνες.

Στο σήμερα,  η πολιτική μας , η πολιτική εν γένει σ΄ αυτό τον τόπο αποδεδειγμένα αδυνατεί ν’ ανταποκριθεί σε ένα ευρύτερο φάσμα αξιών  θεσμών και αρχών. Περαιτέρω , θα έλεγε κανείς ότι η  πολιτική μας κατακρεούργησε , κατακερμάτισε και αλλοίωσε αξίες θεσμούς και αρχές.

Μέσα σ’ αυτό τον ορυμαγδό αλλαγών το σημερινό ζητούμενο είναι το εξής:

 ‘’ποιες διαδικασίες και υπό ποιες προϋποθέσεις οι επιστημονικές – δημιουργικές κοινότητες θα θωρακίσουν ανά πεδίο τους αξίες και θεσμούς προς όφελος των επερχόμενων γενναίων.

Ειδικότερα το σημερινό ζητούμενο είναι με ποιον τρόπο οι ίδιοι οι αρχιτέκτονες θα θωρακίσουν σε  τέτοιο βαθμό την συνταγματική αξία προστασίας του αστικού περιβάλλοντος μέσω της αισθητικής και της αρχιτεκτονικής όχι ως απλά προϊόν, ως εμπόρευμα αλλά ως τέχνη και αγαθό που θα επιτρέψει  πρωτίστως στις επόμενες γενεές  να ζήσουν υπό πολιτισμό και όχι να διαβιώσουν …

Απαρχή για αυτή την προστασία ,  ως νομικός θέτω τους ήδη υπάρχοντες νομικούς κανόνες δικαίου , το δικανικό μας ελληνικό και ευρωπαϊκό σύστημα και λέω ότι πρέπει πέραν πολιτικών να εφαρμόσουμε τους νόμους μας.

Προστασία των Αρχιτεκτονικών Δημιουργημάτων.

Αρχιετεκτονική.

Δυαδική υπόσταση. Αρχιτεκτονική ως τέχνη . Αρχιτεκτονική ως εφαρμοσμένη επιστήμη.

Αρχιτεκτονική  , Αρχιετεκτονία, Αρχιτεκτοσύνη, αναγνωρίστηκε ήδη από τους αρχαίους ως η πνευματική και καλλιτεχνική μητέρα των τεχνών.

Εκδηλώνεται με δύο ισοβαρείς όψεις , την μορφοποιημένη τέχνη και την φιλοσοφική αισθητική θεωρία. Αυτές οι δύο όψεις είναι αλληλένδετες και ολοκληρώνουν την αρχιτεκτονική ταυτότητα στην διαχρονική υπόστασή της. Προεκτάσεις αυτής της τέχνης είναι πρακτικές και κοινωνικές εφαρμογές που περιβάλλουν τη ζωή μας με πάμπολα κτίρια αλλά και πολεοδομικά σύνολα. Δηλ το άμεσο και ευρύτερο κτισμένο περιβάλλον.

Καθηγ.Μυλωνάς. Εισήγηση Ακαδημίας Αθηνών.

Ως έργο νοείται κάθε πρωτότυπο πνευματικό δημιούργημα λόγου, τέχνης ή επιστήμης, που εκφράζεται με οποιαδήποτε μορφή, ιδίως τα αρχιτεκτονικά έργα, τα έργα των εφαρμοσμένων τεχνών.

Πνευματικό δημιούργημα είναι το προϊόν του ανθρωπίνου πνεύματος, το οποίο, έχει μορφή προσιτή στις αισθήσεις και λόγω της ιδιαιτερότητας του, διαφέρει από όσα προϋπάρχουν στο περιεχόμενο ή τη μορφή του, ως προς τη συγκεκριμένη δηλαδή οργανική σύνδεση και συνθετική διαμόρφωση των επί μέρους στοιχείων του και ως προς τη συγκεκριμένη εκφραστική εφαρμογή της σχετικής αφετηριακής ιδέας του δημιουργού.

Πρωτοτυπία είναι η ιδιαίτερη ατομικότητα του έργου, που οφείλεται στην προσωπική συμβολή του δημιουργού. Εφόσον συντρέχουν οι ως άνω προϋποθέσεις, ο νόμος προστατεύει το έργο ως άϋλο αγαθό.

Τα αρχιτεκτονικά έργα προστατεύονται από τις διατάξεις της πνευματικής ιδιοκτησίας, όπως προβλέπεται στο εθνικό Δίκαιο (αρθρ.2 παρ.1 Ν. 2121/1993) και σε Διεθνείς Συμβάσεις [αρθρ. 2 παρ. 1 της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης (Παρισιού)], εφόσον νοούνται πρότυπα, πνευματικά δημιουργήματα επιστήμης.

Η πρωτοτυπία του αρχιτεκτονικού έργου χαρακτηρίζεται από τη μοναδικότητα του οικοδομήματος που διαμορφώνεται κάθε φορά διαφορετικά, ανάλογα με τη χρήση και τα πραγματικά στοιχεία.

Επισημαίνω για να συνδέσω την νομική ανάλυση με τα παραπάνω  ότι :

Η πνευματική ιδιοκτησία δεν προστατεύει τον αρχιτέκτονα μηχανικό, αλλά τον αρχιτέκτονα δημιουργό.

Η προστασία δεν αφορά τα στοιχεία του αρχιτεκτονικού έργου τα οποία προκύπτουν από τεχνικές και μηχανικές μετρήσεις[1].

Στην έννοια των αρχιτεκτονικών έργων περιλαμβάνονται τα οικοδομήματα, τόσο ως προς την εξωτερική τους μορφή όσο και ως προς τη διαμόρφωση των χώρων, καθώς και το σχέδιο ή τα σχέδια του κτηρίου που έχουν προηγηθεί της υλοποίησης, προσχέδια , σκίτσα και μακέτες.

Η προστασία των αρχιτεκτονικών έργων με τη νομοθεσία της πνευματικής ιδιοκτησίας έχει ως συνέπεια την αναγνώριση στον αρχιτέκτονα

 α) του δικαιώματος της εκμετάλλευσης του έργου (περιουσιακό δικαίωμα)

 και

β) του δικαιώματος της προστασίας του προσωπικού τους δεσμού προς αυτό (ηθικό δικαίωμα), όπως θεσπίζονται νομοθετικά στα άρθρα 3 και 4 του Ν. 2121/93, και τις αντίστοιχες εξουσίες όπως ο νόμος προσδίδει. Σύμφωνα με την παρ. 3 του αρθρ. 4 του Ν. 2121/93 το ηθικό δικαίωμα είναι ανεξάρτητο από το περιουσιακό δικαίωμα και παραμένει στο δημιουργό ακόμα και μετά τη μεταβίβαση του περιουσιακού δικαιώματος.

Κατά το άρθρο 12 του ίδιου νόμου, το ηθικό δικαίωμα είναι αμεταβίβαστο.

Aυτό το ηθικό δικαίωμα (άρθρ. 4 Ν. 2121/93), πέρα των λοιπών εξουσιών, δίνει στο δημιουργό την εξουσία της απαγόρευσης κάθε παραμόρφωσης, περικοπής ή άλλης τροποποίησης του έργου του, καθώς και κάθε προσβολής του δημιουργού οφειλόμενης στις συνθήκες παρουσίασης του έργου στο κοινό. (περ. γ).

Σύμφωνα με το άρθρο 16 του Ν. 2121/93 η συναίνεση του δημιουργού για πράξεις ή παραλείψεις, που αλλιώς θα αποτελούσαν προσβολή του ηθικού δικαιώματος, αποτελεί τρόπο άσκησης του δικαιώματος αυτού και δεσμεύει το δημιουργό.

Επί αρχιτεκτονικών έργων η τροποποίηση των αρχιτεκτονικών σχεδίων που επιφέρει μεταβολές, οι οποίες αλλάζουν αισθητά την εξωτερική όψη και την εσωτερική διαρρύθμιση του χώρου, συνιστούν ουσιώδη παραμόρφωση του έργου και οδηγούν κατ’ αρχήν στην προσβολή του ανωτέρω ηθικού δικαιώματος του δημιουργού για τη διατήρηση της ακεραιότητας του έργου του, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 1 γ’ του ν. 2121/1993, εφόσον βέβαια δεν συντρέχει περίπτωση συναίνεσής του.

Ωστόσο, στα αρχιτεκτονικά έργα, λόγω της φύσης τους, του ιδιαίτερου προορισμού τους να εξυπηρετούν πρακτικές ανάγκες, και του πλήθους προσώπων (φυσικών και νομικών) που εμπλέκονται, ο αρχιτέκτονας σε κάποιες περιπτώσεις  δεν μπορεί να απαιτήσει τον απόλυτο σεβασμό του ηθικού δικαιώματος της ακεραιότητας του έργου του, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το ηθικό δικαίωμα χάνεται καθ’ ολοκληρία.

Επί αρχιτεκτονικών έργων η τροποποίηση των αρχιτεκτονικών σχεδίων που επιφέρει μεταβολές, οι οποίες αλλάζουν αισθητά την εξωτερική όψη και την εσωτερική διαρρύθμιση του χώρου, συνιστούν ουσιώδη παραμόρφωση του έργου και οδηγούν κατ’ αρχήν στην προσβολή του ανωτέρω ηθικού δικαιώματος του δημιουργού για τη διατήρηση της ακεραιότητας του έργου του, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 1 γ’ του ν. 2121/1993, εφόσον βέβαια δεν συντρέχει περίπτωση συναίνεσής του.

Ωστόσο, στα αρχιτεκτονικά έργα, λόγω της φύσης τους, του ιδιαίτερου προορισμού τους να εξυπηρετούν πρακτικές ανάγκες, και του πλήθους προσώπων (φυσικών και νομικών) που εμπλέκονται (ιδιοκτήτης, πολεοδομική υπηρεσία κλπ), ο αρχιτέκτονας δεν μπορεί να απαιτήσει τον απόλυτο σεβασμό του ηθικού δικαιώματος της ακεραιότητας του έργου του, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το ηθικό δικαίωμα χάνεται καθ’ ολοκληρία.

Βέβαια οι μεταβολές για να είναι αποδεκτές θα πρέπει να μην είναι ουσιώδεις, ώστε να μην αλλοιώνεται η αρμονία της δημιουργίας.

Έτσι ο Αρχιτέκτονας στα πλαίσια της καλής πίστης οφείλει να αποδεχτεί τροποποιήσεις που γίνονται για λόγους οικονομικούς ή πρακτικούς ή επιβάλλονται από την πολεοδομία ή άλλες αρχές.

Γενική συμφωνία περί μεταβιβάσεως πνευματικής ιδιοκτησίας,  καταλαμβάνει μόνο το περιουσιακό δικαίωμα και όχι το ηθικό, κατά ρητή διατύπωση του άρθρου 12 παρ. 2 του Ν. 2121/93.

Αλλά και στην περίπτωση που υπήρξε συμφωνία επέκτασης της μεταβιβάσεως του ηθικού δικαιώματος της πνευματικής ιδιοκτησίας, αυτή θα ήταν εξ αρχής άκυρη.

Η διάταξη του άρθρου 16 Ν. 2121/93 είναι λάθος να ερμηνεύεται ως μεταβίβαση του ηθικού δικαιώματος, γιατί αφορά συναίνεση κατά την άσκηση του δικαιώματος αυτού.

 

 

Προστασία.

Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται με ένα πλέγμα αστικών και ποινικών κυρώσεων αλλά και με προληπτικά μέτρα. Η προστασία αυτή θεμελιώνεται στις ειδικές ρυθμίσεις (άρθρα 63, 63Α, 63Β, 64, 64Α, 65, 65Α, 66, 66Α-66Δ) του Ν. 2121/93, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, καθώς επίσης και στις γενικές διατάξεις του Αστικού (ενδεικτικά: 59, 60, 914, 904, 739, κλπ ΑΚ) και Ποινικού Δικαίου (ενδεικτικά: 370 Β ΠΚ κλπ).

Σε περίπτωση λοιπόν που κάποιος προσβάλλει με πρόθεσή το δικαίωμα της πνευματικής ιδιοκτησίας, η ενέργεια αυτή εκτός των άλλων είναι άκυρη ως αντίθετη με τα χρηστά ήθη.

(Λ. Κοτσίρης – Δίκαιο Πνευματικής Ιδιοκτησίας, Κεφάλαιο Γ΄, σελ.112).

Επιπλέον σε κάθε περίπτωση προσβολής της πνευματικής ιδιοκτησίας ο δημιουργός μπορεί να αξιώσει την αναγνώριση του δικαιώματός του, την άρση της προσβολής και την παράλειψή της στο μέλλον, σύμφωνα με την διάταξη του αρ. 65 παρ.1 του νόμου 2121/1993.Επιπλέον αυτός που προσβάλλει το πνευματικό δικαίωμα άλλου υποχρεούται σε αποζημίωση ποσού ίσης αξίας με το διπλάσιο της αξίας του έργου (αμοιβής νόμιμης της μελέτης εν προκειμένω) διάταξη του αρ. 65 παρ.2 του νόμου 2121/1993).

Συνεπώς : οι αρμόδιες υπηρεσίες θα πρέπει να εξετάσουν με ενδελεχή τρόπο την πιθανότητα προσβολής του πνευματικού έργου προς όφελος του αρχιτεκτονικού δημιουργήματος και συμφώνως προς το νομοθετικό πλαίσιο , ως αναλύθηκε.

Πέραν όμως της διακριτικής ευχέρειας της διοίκησης θεωρώ ότι θεσμικά θα πρέπει να εξεταστούν οι εξής προτάσεις :

Εν προκειμένω :

Για τις δημόσιες συμβάσεις.

Στις περιπτώσεις Αρχιτεκτονικών διαγωνισμών θα πρέπει να εκδοθεί υπουργική απόφαση που να αποτυπώνει πρότυπο τεύχος σύμβασης κατά την οποία θα αποκλείεται η μεταβίβαση του ηθικού δικαιώματος του Αρχιτέκτονα καθώς ενδεχόμενη τροποποίηση του πνευματικού έργου χωρίς τη συναίνεση του δημιουργού.

Ενόψει τροποποιήσεων του θεσμικού πλαισίου διενέργειας αρχιτεκτονικών διαγωνισμών θα πρέπει να προβλεφθούν διατάξεις για την προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων όλων των περιπτώσεων σταδίων μελετών που βραβεύονται.

Θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κανείς  ακραία πραγματικά και εκτός νομικού πολιτισμού τα ιδιωτικά συμφωνητικά που αναγκάζονται να υπογράψουν κυρίως νέοι Αρχιτέκτονες  για την παραλαβή των χρηματικών βραβείων

Αντίστοιχα στις περιπτώσεις εφαρμογής του Ν.3316/2005 και εν όψει τροποποιήσεως του θα πρέπει κατά τη γνώμη μου να διασαφηνιστεί η περίπτωση εκπονήσεως ή τροποποιήσεως σταδίων Αρχιτεκτονικών μελετών λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις του Ν. Ν. 2121/93.

Στις περιπτώσεις εκτέλεσης δημοσίων έργων (π.δ 609/1985, Ν.3263/2004) θα πρέπει να προστεθούν διατάξεις οι οποίες θα καθορίζουν την διαδικασία παρέκλισης των εκτελούμενων εργασιών, τροποποιήσεως των αρχιτεκτονικών μελετών και παράδοσης του έργου με την αντίστοιχη συναίνεση του  αρχιτέκτονα του μελετώμενου έργου.

Σε περιπτώσεις δε αλλαγής σχεδίων , όψεων και μορφής των έργων θα πρέπει να προβλέπεται η δυνατότητα συμπληρωματικής συμβάσεως με τον αρχικό μελετητή υπό ορισμένες και σαφείς προϋποθέσεις.

Στόχος δεν είναι η δημιουργία νέας ύλης για τον Αρχιτέκτονα Μηχανικό αλλά η προστασία του έργου του Αρχιτέκτονα – Δημιουργού προς όφελος του αστικού περιβάλλοντος και της σύγχρονης αισθητικής.

Τέλος πρέπει να καταστεί σαφές μέσω νομοθετικών ρυθμίσεων ότι στην Ελλάδα δεν μπορούν όλοι να Αρχιτεκτονούν.

Διότι εν τοις πράγμασι τι σημασία έχουν τα ανωτέρω , τι σημασία δηλαδή θα έχει η ατομική προστασία κάθε αρχιτέκτονα για το ατομικό του έργου όταν το αποτέλεσμα θα αναδεικνύει κατασκευές και δόμηση άνευ αρχιτεκτονικής αξίας και προσωπικότητας.

Η πολιτική εν γένει κυρίως μεταπολεμικά δεν προστάτεψε το αποκλειστικό  επαγγελματικό δικαίωμα των Αρχιτεκτόνων ( δικαίωμα που είχε αποτυπωθεί σε παλαιότερα νομοθετήματα Β.διάτγμα 1836,Ν.Δ 1923,) να σχεδιάζουν και να ελέγχουν την κατασκευή του έργου συνόλου του έργου μέχρι την παράδοση στον πολίτη.

Η πολιτική της  συνολικής αντιπαροχής, των νέων επαγγελματικών ομάδων και οι τάσεις εμπορευματοποίησης της τέχνης γενικότερα αποτύπωσαν ένα νέο θεσμικό πλαίσιο γύρω από την κατασκευή που ενσαρκώθηκε με το   Β.Δ. 769/1972 ΦΕΚ 223Α/12-12-1972 για τους Υπομηχανικούς και κάποιες εγκυκλίους των πολεοδομικών υπηρεσιών οι οποίες ‘’ανακάτεψαν την τράπουλα των επαγγελματικών δικαιωμάτων με την ευλογία όλων εμπλεκομένων ειδικοτήτων των Μηχανικών’’.

Για το συγκεκριμένο ζήτημα όμως πιστεύω ότι θα έχω την ευκαιρία να εκφράσω τις νομικές μου σκέψεις αύριο κατά την συνάντηση του συντονιστικού Σας….

Δύσκολη πραγματικά εποχή….

Εποχή όμως για νέα πλαίσια πιο σταθερά με επίκεντρο τις ανθρώπινες αξίες και το συνταγματικό μας χάρτη.

Προς τούτο πρέπει κατά τη γνώμη μου να οδηγηθούμε σε δράσεις και διαδικασίες  οποίες θα πρέπει πρώτα και πάνω από όλα, υπό τη σκέπη του συντάγματος:

Να διασφαλίσει την ύπαρξη της ιδέας , της σκέψης και της δημιουργίας στα σπίτια μας και στο περιβάλλον, Να διασφαλίσει στον επιστήμονα αρχιτέκτονα δημιουργό ότι μπορεί να δράσει  και να υλοποιήσει όλα αυτά που διδάχθηκε.

Η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και η ορθολογική χωροταξική διάρθρωση της χώρας έχουν αναχθεί σε συνταγματικό κανόνα, απευθύνονται δε επιταγές στον Νομοθέτη (κοινό ή κανονιστικό) να λάβει μέτρα που συντελούν στην αναβάθμιση του οικιστικού περιβάλλοντος, με κριτήρια την εξυπηρέτηση της λειτουργικότητας και ανάπτυξης των οικισμών και την εξασφάλιση των καλύτερων δυνατών όρων διαβίωσης.

Η έννοια της αισθητικής των πόλεων και η σημερινή ανάγκη των πολιτών όχι μόνο να διαβιώνουν αλλά να ζουν σ’ ένα κόσμο με όραμα και τέχνη απευθύνουν μέσω του συντάγματος την ρύθμιση και την λήψη των μέτρων που θα φέρουν την αρχιτεκτονική στο δομημένο περιβάλλον και θα δίνουν το δικαίωμα στον Αρχιτέκτονα δημιουργό να σχεδιάσει υπό την σκέπη και την προστασία του Συντάγματος και του Κράτους Δικαίου προς όφελος των πολιτών.(βλ.Καρατσώλης Κων/νος.Εισήγηση ΣΑΔΑΣ.Φεβρουάριος 2010)

 [1] Καλλινίκου Δ. Πνευματική Ιδιοκτησία και Συγγενικά Δικαιώματα, Αθήνα 2005, σελ 36