
Σχεδιάζοντας την Πόλη, Δομώντας την Πολιτεία
Συγγραφέας: Κ. Καρατσώλης
Πρόλογος: Δ. Βασιλειάδης
ISBN: 978-960-654-063-9
Σχήμα: 17×24
Σελίδες: 328
Έκδοση: 2020
Το βιβλίο «Εισαγωγή στο Δίκαιο Πολεοδομίας στην Ελλάδα και στην Κύπρο – Σχεδιάζοντας την πόλη, δομώντας την Πολιτεία» αναλύει με περιεκτικό τρόπο έναν από τους πιο τεχνικούς κλάδους του δικαίου, τον κλάδο του Δικαίου της Πολεοδομίας. Το έργο περιγράφει τα θέματα που έχουν ιδιαίτερη σημασία και τα οποία, λόγω της σπουδαιότητάς τους, αποτελούν αντικείμενο λεπτομερούς ανάλυσης και επισημαίνει τις κοινές δυσχέρειες στην Ελλάδα και την Κύπρο για την πρακτική εφαρμογή άρτιων και σύμφωνων με τα πρότυπα της νομοθεσίας και της θεωρίας πολεοδομικών σχεδίων.
Ακολουθούν τρία μέρη του βιβλίου, από τα οποία τα δύο πρώτα αφορούν το δίκαιο της πολεοδομίας και της χωροταξίας στην Ελλάδα και στην Κύπρο και το τρίτο περιλαμβάνει τις θεωρητικές προσεγγίσεις του πολεοδομικού δικαίου. Γίνεται προσπάθεια εξειδικευμένοι νομικοί όροι και κείμενα να είναι εύκολα κατανοητά από επιστήμονες που ανήκουν σε εξωνομικούς κλάδους, και αντίστροφα, σχέδια, τεχνικοί όροι και τεχνικές προδιαγραφές να καθίστανται προσβάσιμες από τους αναγνώστες που δεν διαθέτουν αντίστοιχο γνωστικό υπόβαθρο.
Η προσπάθεια αυτή ενισχύεται και μέσω της συμπερίληψης πινάκων και γραφημάτων -στοιχείο που αποτελεί καινοτομία στην ελληνική νομική βιβλιογραφία- συμβάλλοντας με αυτό τον τρόπο σε μια πιο ολιστική προσέγγιση των ζητημάτων που άπτονται του Δικαίου Πολεοδομίας. Υπό αυτό το πρίσμα το βιβλίο απευθύνεται σε νέους επιστήμονες και φοιτητές νομικών και πολιτικών και κοινωνικών επιστημών, αλλά και πολυτεχνικών σχολών, προερχόμενους από την επιστημονική κοινότητα είτε της Ελλάδας είτε της Κύπρου.
Σχεδιάζοντας την Πόλη, Δομώντας την Πολιτεία
Συγγραφέας: Κ. Καρατσώλης
Πρόλογος: Δ. Βασιλειάδης
ISBN: 978-960-654-063-9
Σχήμα: 17×24
Σελίδες: 328
Έκδοση: 2020
Το βιβλίο «Εισαγωγή στο Δίκαιο Πολεοδομίας στην Ελλάδα και στην Κύπρο – Σχεδιάζοντας την πόλη, δομώντας την Πολιτεία» αναλύει με περιεκτικό τρόπο έναν από τους πιο τεχνικούς κλάδους του δικαίου, τον κλάδο του Δικαίου της Πολεοδομίας. Το έργο περιγράφει τα θέματα που έχουν ιδιαίτερη σημασία και τα οποία, λόγω της σπουδαιότητάς τους, αποτελούν αντικείμενο λεπτομερούς ανάλυσης και επισημαίνει τις κοινές δυσχέρειες στην Ελλάδα και την Κύπρο για την πρακτική εφαρμογή άρτιων και σύμφωνων με τα πρότυπα της νομοθεσίας και της θεωρίας πολεοδομικών σχεδίων.
Ακολουθούν τρία μέρη του βιβλίου, από τα οποία τα δύο πρώτα αφορούν το δίκαιο της πολεοδομίας και της χωροταξίας στην Ελλάδα και στην Κύπρο και το τρίτο περιλαμβάνει τις θεωρητικές προσεγγίσεις του πολεοδομικού δικαίου. Γίνεται προσπάθεια εξειδικευμένοι νομικοί όροι και κείμενα να είναι εύκολα κατανοητά από επιστήμονες που ανήκουν σε εξωνομικούς κλάδους, και αντίστροφα, σχέδια, τεχνικοί όροι και τεχνικές προδιαγραφές να καθίστανται προσβάσιμες από τους αναγνώστες που δεν διαθέτουν αντίστοιχο γνωστικό υπόβαθρο.
Η προσπάθεια αυτή ενισχύεται και μέσω της συμπερίληψης πινάκων και γραφημάτων -στοιχείο που αποτελεί καινοτομία στην ελληνική νομική βιβλιογραφία- συμβάλλοντας με αυτό τον τρόπο σε μια πιο ολιστική προσέγγιση των ζητημάτων που άπτονται του Δικαίου Πολεοδομίας. Υπό αυτό το πρίσμα το βιβλίο απευθύνεται σε νέους επιστήμονες και φοιτητές νομικών και πολιτικών και κοινωνικών επιστημών, αλλά και πολυτεχνικών σχολών, προερχόμενους από την επιστημονική κοινότητα είτε της Ελλάδας είτε της Κύπρου.

Λίγα Λόγια για το Βιβλίο
Ο άνθρωπος, φτιάχνοντας την πόλη, στην ουσία, επαναπροσδιορίζει τον εαυτό του, οριοθετεί το πλαίσιο της κοινωνικής συνύπαρξης, δημιουργώντας μια κανονιστική τάξη για το περιβάλλον στο οποίο ζει. Μέσα απ’ αυτήν προσδιορίζεται, σε μεγάλο βαθμό, ο πολιτισμός μας, η αυτοεικόνα του κράτους μας, τα χαρακτηριστικά που αποδίδουμε στην παράδοση και στην προοπτική μας. Ωστόσο, η ελευθερία του ανθρώπου να δημιουργεί και να μετασχηματίζει εξελικτικά την πόλη που διαβιεί είναι ένα παραμελημένο δικαίωμά του.
Τα τελευταία χρόνια, το κύμα «περιφράξεων» που χωρίζει τις γειτονιές σε «ασφαλείς» και μη, οι πρακτικές του χωρικού ελέγχου, η έλλειψη σεβασμού στο περιβάλλον, η παραβίαση των νόμων και των αισθητικών κανόνων, πήραν νέες διαστάσεις εξαιτίας της παγκόσμιας ύφεσης.
Και καθώς πολλές φορές τα ατομικά περιθώρια στενεύουν ασφυκτικά για την συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων, αναβιώνει πλέον το ενδιαφέρον για τα κοινά αγαθά της πόλης.
Σε όλα αυτά και σε πολλά ακόμη ζητήματα που θίγει το βιβλίο δίνονται απαντήσεις καθημερινά μέσα από το Δίκαιο της Πολεοδομίας, την αλληλεπίδραση με άλλους τομείς του δικαίου και την πρακτική τους, εν τέλει, εφαρμογή: τη δόμηση, δημόσια και ιδιωτική αλλά και τους ελεύθερους χώρους.
Στο βιβλίο ο αναγνώστης έχει τη δυνατότητα να αντιπαραβάλλει το ισχύον πολεοδομικό καθεστώς της ελληνικής και κυπριακής κοινωνίας και να διαπιστώσει ομοιότητες και διαφορές. Περαιτέρω μπορεί να εμβαθύνει με τη μελέτη του συνδυάζοντας τους ισχύοντες κανόνες και διαδικασίες που προβλέπονται από το Πολεοδομικό Δίκαιο και την εφαρμογή τους.
Με την πιστή εφαρμογή του Δικαίου Πολεοδομίας οι πολίτες μπορούν να εκφράσουν το δικαίωμα στην πόλη τους με στόχο την κυριολεκτική οικοδόμηση ενός καλύτερου κόσμου, για τον λόγο αυτό και το παρόν βιβλίο φέρει τον τίτλο «Σχεδιάζοντας την πόλη – Δομώντας την Πολιτεία».
Το βιβλίο, με εύληπτο τρόπο και κατανοητή γλώσσα, στοχεύει και αποπειράται:
α) να αναλύσει, από νομική άποψη, τη φιλοσοφία του σχεδιασμού των πόλεων και σχετικούς παράγοντες που διαδραματίζουν ρόλο στην ποιότητα ζωής, την προστασία της φύσης, τη διαφύλαξη και την ανάδειξη των πολιτισμικών μνημείων και το δικαίωμα του πολίτη στο χώρο του,
β) να εξηγήσει, κωδικοποιώντας, τα εργαλεία σχεδιασμού, τη διοικητική διαδικασία έκδοσης κανονιστικών και διοικητικών πράξεων πολεοδομικού χαρακτήρα και προστασίας της αρχιτεκτονικής και πολιτιστικής κληρονομιάς,
γ) να ανατρέξει σε παράλληλα θεσμικά εργαλεία και νομοθετήματα που ασκούν άμεση επιρροή στον σχεδιασμό της πόλης και την αντίληψη για τον πολεοδομικό και χωροταξικό σχεδιασμό, προερχόμενα από τον χώρο του περιβαλλοντικού δικαίου, αναδεικνύοντας έτσι πως το Δίκαιο της Πολεοδομίας δεν είναι σαφώς οριοθετημένο αλλά αλληλεξαρτώμενο από γειτονικούς κλάδους του δικαίου και εντασσόμενο στην ευρύτερη οικογένεια του Περιβαλλοντικού Δικαίου,
δ) να παρουσιάσει συγκριτικά τις διαφορετικές ευρωπαϊκές προσεγγίσεις σε επιμέρους θέματα του Δικαίου Πολεοδομίας,
ε) να αντιπαραβάλλει το ισχύον πολεοδομικό καθεστώς της ελληνικής και κυπριακής πολιτείας και να εντοπίσει ομοιότητες και διαφορές,
στ) να φέρει στο επίκεντρο της ενασχόλησης με τα ζητήματα του Δικαίου Πολεοδομίας τις έννοιες της ανθεκτικότητας (resilience) και της βιωσιμότητας (sustainability) των πόλεων –έννοιες ιδιαίτερα επίκαιρες και εξαιτίας της κλιματικής κρίσης– μέσω της αναφοράς στη σημασία των Σχεδίων Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας (ΣΒΑΚ),
ζ) να εμβαθύνει στη νομική διάσταση ζητημάτων όπως ο δημόσιος χώρος, η προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος και τα ΣΒΑΚ, αναδεικνύοντας, αφενός, τη σημασία τους για το μέλλον των πόλεων, αφετέρου την αναγκαιότητα να εμπλουτιστεί με αυτά το Δίκαιο Πολεοδομίας.
Πρόλογος
Το δίκαιο της πολεοδομίας εντάσσεται στο ειδικό διοικητικό δίκαιο και αποτελεί έναν από τους πλέον τεχνικούς κλάδους του δικαίου. Συγκροτείται από θεσμούς, έννοιες και διοικητικές διαδικασίες που δεν είναι ευρέως γνωστοί στους απόφοιτους των νομικών σχολών της Ελλάδας και της Κύπρου για δύο κυρίους λόγους. Πρώτον, διότι το πολεοδομικό δίκαιο περιελήφθη στα προγράμματα σπουδών των νομικών σχολών μόλις την τελευταία εικοσαετία και, δεύτερον, διότι η καλή γνώση του δικαίου αυτού προϋποθέτει, λόγω της διεπιστημονικής του φύσης, εκτός από τις θεωρητικές γνώσεις, τη συνεχή πρακτική εφαρμογή του. Η εισαγωγή, λοιπόν, στο δίκαιο της πολεοδομίας και συγχρόνως η παράλληλη μελέτη του σε διαφορετικές έννομες τάξεις συνιστά δυσχερές εγχείρημα, διότι προϋποθέτει άριστη γνώση της νομοθεσίας, της θεωρίας και της πράξης στις εξεταζόμενες έννομες τάξεις. Ο Κώστας Καρατσώλης με το βιβλίο του «Εισαγωγή στο Δίκαιο Πολεοδομίας στην Ελλάδα και την Κύπρο-Σχεδιάζοντας την πόλη-δομώντας την Πολιτεία» διεύρυνε την προαναφερθείσα πρόκληση. Επέλεξε δύο έννομες τάξεις οι οποίες, αν και έχουν τις αυτές ιστορικές ρίζες, διέπονται εν μέρει από διαφορετική νομική κληρονομιά. Την ελληνική έννομη τάξη, που ανήκει στην οικογένεια του ηπειρωτικού δικαίου, και την κυπριακή, που έχει επιρροές από την αγγλοσαξονική νομική παράδοση. Η εισαγωγή «Η Πόλη και το Δίκαιο της Πολεοδομίας» αποσκοπεί στην εξοικείωση του αναγνώστη με τις θεματικές του βιβλίου. Ο συγγραφέας αναλύει τους στόχους που επιδιώκει, περιγράφει τα θέματα που έχουν ιδιαίτερη σημασία και τα οποία, λόγω της σπουδαιότητάς τους, αποτελούν αντικείμενο λεπτομερούς ανάλυσης και επισημαίνει τις κοινές δυσχέρειες στην Ελλάδα και την Κύπρο για την πρακτική εφαρμογή άρτιων και σύμφωνων με τα πρότυπα της νομοθεσίας και της θεωρίας πολεοδομικών σχεδίων. Ακολουθούν τρία μέρη του βιβλίου, από τα οποία τα δύο πρώτα αφορούν το δίκαιο της πολεοδομίας και της χωροταξίας στην Ελλάδα και την Κύπρο και το τρίτο περιλαμβάνει τις θεωρητικές προσεγγίσεις του πολεοδομικού δικαίου. Καθένα από τα δύο πρώτα μέρη του βιβλίου περιλαμβάνει την εισαγωγή στις έννοιες και το συναφές νομοθετικό πλαίσιο, με πλούσιες παραπομπές στη νομολογία και τη θεωρία. Όλα τα μέρη του βιβλίου συνοδεύονται από χάρτες και διαγράμματα για την πληρέστερη κατανόηση των εννοιών, αλλά και των θεσμικών ρυθμίσεων.
Στο 1ο Μέρος της μελέτης, το πρώτο κεφάλαιο περιλαμβάνει σύντομη αναφορά στην έννοια και τη σημασία της πολεοδόμησης για τη μορφή της πόλης και τελικά για τη συγκρότηση και της “πολιτείας”. Ακολουθεί, το δεύτερο κεφάλαιο, στο οποίο περιγράφονται αναλυτικά τα χωροταξικά πλαίσια και τα πολεοδομικά σχέδια όλων των βαθμίδων, η συνοπτική μνεία των οποίων στον πρόλογο θα απαιτούσε αρκετές σελίδες. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το υποκεφάλαιο για τις χρήσεις γης, στο οποίο επισημαίνεται η σημασία των χρήσεων γης για τον χωρικό εν γένει σχεδιασμό και εξετάζονται αδυναμίες του υφιστάμενου νομοθετικού πλαισίου. Το επόμενο κεφάλαιο (3ο) χαρακτηρίζεται από πρωτοτυπία, καθόσον συνεξετάζει επιτυχώς το περιβαλλοντικό και πολεοδομικό δίκαιο στην Ελλάδα. Οι κανόνες των δύο αυτών κλάδων είναι μεν, κατ’ αρχήν, αυτοτελείς και διδάσκονται χωριστά, πλην εφαρμόζονται, σχεδόν πάντοτε, συνδυασμένα. Ο συγγραφέας αναδεικνύει τα σημαντικότερα ζητήματα που προκύπτουν από την παράλληλη εφαρμογή κανόνων οι οποίοι έχουν διαφορετικό σκοπό και εντοπίζει τους τομείς στους οποίους οι κανόνες του πολεοδομικού δικαίου συγκρούονται ή εναρμονίζονται με τους κανόνες προστασίας του φυσικού, πολιτιστικού και οικιστικού περιβάλλοντος που αφορούν τις περιοχές Natura, τον αιγιαλό, την παραλία, τα δάση, την πολιτιστική κληρονομιά και τα ψηλά κτίρια. Οι τελευταίοι αυτοί κανόνες προστασίας του περιβάλλοντος, όπως ερμηνεύονται από τη νομολογία και αναπτύσσονται από τη θεωρία, παρατίθενται και επεξηγούνται αναλυτικά. Στο τελευταίο κεφ. του 1ου Μέρους εντάσσεται η πρόσφατη νομοθεσία για τη δόμηση και τις οικοδομικές άδειες, όπως ίσχυσε στο παρελθόν και όπως ήδη ισχύει και αναλύονται τα αίτια για τη δημιουργία αυθαίρετων κατασκευών στην Ελλάδα καθώς και τα νομοθετικά μέτρα που ελήφθησαν για την αντιμετώπιση του διαχρονικού αυτού φαινομένου. Στο εν λόγω κεφάλαιο εντάσσονται επίσης οι νέοι θεσμοί της ταυτότητας κτιρίου, της ηλεκτρονικής έκδοσης οικοδομικών αδειών, του περιβαλλοντικού ισοζυγίου και της τράπεζας γης για τον περιορισμό των αυθαιρέτων κατασκευών καθώς και οι βασικές επιδιώξεις του Νέου Οικοδομικού Κανονισμού (ν. 4067/2012), ο οποίος, σημειωτέον, χρήζει ευρείας αναμόρφωσης, προκειμένου να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις ενός σύγχρονου πολεοδομικού και οικοδομικού κανονισμού με χωριστά μέρη, τα οποία θα αφορούν τον πολεοδομικό σχεδιασμό, ήτοι το περιεχόμενο των σχεδίων του ρυθμιστικού (πολεοδομικού) σχεδιασμού, και το δίκαιο της δόμησης, αντίστοιχα.
Το 2ο Μέρος του βιβλίου, το οποίο ακολουθεί τη δομή του 1ου Μέρους ως προς τα θέματα που πραγματεύεται, παρουσιάζει επίσης ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Στο πρώτο κεφάλαιο αναλύονται λεπτομερώς οι κανόνες του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού σύμφωνα με το Κυπριακό δίκαιο, ενώ στο δεύτερο κεφάλαιο περιγράφονται οι κανόνες για τη δόμηση και τη διαδικασία χορήγησης οικοδομικών αδειών με ειδική και παράλληλη αναφορά και στη διαδικασία έκδοσης των αδειών αυτών στην Ελλάδα. Το δύο αυτά κεφάλαια περιλαμβάνουν θεσμούς του κυπριακού δικαίου που δεν είναι ιδιαίτερα γνωστοί στην Ελλάδα. Η διαδικασία διαβούλευσης (δημόσιας ακρόασης) που τηρείται για την έγκριση των σχεδίων είναι χρονικά και διαδικαστικά επαρκής, προκειμένου η απόφαση που θα ληφθεί για την έγκριση, τροποποίηση ή την απόρριψη του σχεδίου να συνεκτιμά τις απόψεις όλων των εμπλεκομένων φορέων αλλά και των πολιτών. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι κατά κανόνα η απόφαση έγκρισης των διαφόρων σχεδίων λαμβάνεται σε πολιτικό επίπεδο. Το 3ο κεφάλαιο του 2ου Μέρους είναι αφιερωμένο στη συγκριτική επισκόπηση του δικαίου πολεοδομίας και χωροταξίας στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Η μελέτη της παραπάνω νομοθεσίας, με βάση την κλίμακα και τον τρόπο της εφαρμογής της, αλλά και της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Κυπριακής Δημοκρατίας που παρατίθεται στο μέρος αυτό του βιβλίου, είναι πολλαπλώς χρήσιμη όχι μόνο για τους Κύπριους αλλά και για τους Έλληνες φοιτητές των νομικών σχολών και των πολυτεχνείων.
Το βιβλίο ολοκληρώνεται με το τρίτο Μέρος που φέρει τον τίτλο “Θεωρητικές προσεγγίσεις του πολεοδομικού δικαίου. Ο αναγνώστης, αφού εξοικειωθεί με τους θεσμούς του χωροταξικού και πολεοδομικού δικαίου στην Ελλάδα και την Κύπρο, καλείται να προσεγγίσει από θεωρητική άποψη τα σημαντικότερα ζητήματα του πολεοδομικού σχεδιασμού με τρόπο που αναδεικνύει τις πρακτικές τους συνέπειες στη σύγχρονη εποχή. Η νομική διάσταση και η σημασία του δημόσιου χώρου, οι ελεύθεροι χώροι και το πράσινο στις πόλεις, ο μετασχηματισμός του αστικού τοπίου, το πολεοδομικό κεκτημένο και η σύγκρουση δημόσιων και ιδιωτικών αγαθών κατά τη διαδικασία του πολεοδομικού σχεδιασμού, είναι μερικά από το θέματα του πρώτου κεφαλαίου. Στο επόμενο κεφάλαιο (2ο) αναλύονται η διεθνής και ελληνική νομοθεσία για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, εξετάζεται η επίδραση της διεθνούς και ευρωπαϊκής νομοθεσίας στην ελληνική έννομη τάξη και εκτιμάται η αποτελεσματικότητά της και τέλος παρατίθεται η σχετική νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας αλλά και αλλοδαπών ανωτάτων δικαστηρίων. Το 3ο κεφάλαιο περιλαμβάνει τον σημαντικό θεσμό των Σχεδίων Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας (ΣΒΑΚ), η εφαρμογή του οποίου στα μεγάλα αστικά κέντρα είναι πλέον επείγουσα και επιτακτική για την ανθεκτικότητα και βιωσιμότητα των πόλεων, ενόψει και της συντελούμενης αλλαγής του κλίματος. Το 4ο και τελευταίο κεφάλαιο πραγματεύεται θέματα του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες. Στο κεφάλαιο αυτό περιλαμβάνεται η εξαιρετική από την άποψη της συγκριτικής επιστήμης έκθεση του ομότιμου Καθηγητή Λ. Βασενχόβεν για το σύστημα του χωρικού σχεδιασμού στην Ολλανδία, τη Δανία, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία. Η εν λόγω έκθεση αποτελεί άριστο επίλογο για το βιβλίο και ταυτόχρονα κίνητρο για τους νέους επιστήμονες να συνεχίσουν το έργο του συντάκτη της. Η μελέτη «Εισαγωγή στο Δίκαιο της Πολεοδομίας στην Ελλάδα και την Κύπρο-Σχεδιάζοντας την πόλη-δομώντας την Πολιτεία» ανταποκρίνεται σε κάθε επιστημονική «εισαγωγή» σε έναν δικαιικό κλάδο. Είναι η πυξίδα του αναγνώστη για τον κόπο που πρέπει να καταβάλει τόσο για τη μελέτη του βιβλίου όσο και για τη συνέχεια που πρέπει να έχει η γνωστική προσέγγιση του συγκεκριμένου κλάδου. Δηλώνει, επιπλέον, ότι το βιβλίο αποτελεί την αρχή και όχι το πέρας του πνευματικού κόπου, με μεγάλη όμως ανταμοιβή. Τα άγνωστα, δυσχερή και συχνά τεχνικά ζητήματα του πολεοδομικού δικαίου καθίστανται πλήρως κατανοητά με παραπομπές, όπου απαιτείται, στη νομολογία και τη θεωρία, προκειμένου η γνώση τους να αποτελέσει εφόδιο για πρόσθετη θεωρητική έρευνα ή την πρακτική ενασχόληση με αυτά. Ο αναγνώστης, εκτός από το όφελος που αποκομίζει από την εξοικείωση με σύνθετους θεσμούς και διαδικασίες, έχει επιπλέον την ευκαιρία να έρθει σε επαφή με σημαντικές θεωρητικές και πρακτικές προσεγγίσεις των ζητημάτων που πραγματεύεται το δίκαιο της πολεοδομίας, η ορθή εφαρμογή του οποίου είναι συνυφασμένη με την ποιότητα ζωής στους οικισμούς και τους χώρους της επαγγελματικής απασχόλησης των ανθρώπων, συγχρόνως όμως και με την προστασία του περιβάλλοντος και την οικονομική ανάπτυξη. Συνοψίζοντας, το παρόν σύγγραμμα με τη διεξοδική ανάλυση του πολεοδομικού σχεδιασμού στην Ελλάδα και την Κύπρο και την παράλληλη εξέτασή τους αποτελεί ένα σύγχρονο, ενημερωμένο και πλήρες επιστημονικό βοήθημα για τους πτυχιούχους των νομικών και πολυτεχνικών σχολών στην Ελλάδα και την Κύπρο, αλλά και για τον ενεργό και ενημερωμένο πολίτη γενικότερα. Επιπροσθέτως, η δομή και η πολυεπίπεδη λειτουργία του βιβλίου συμβάλλουν στη βαθύτερη κατανόηση του αντικειμένου του δικαίου της πολεοδομίας και σε περαιτέρω επιστημονικό προβληματισμό για τον εξειδικευμένο νομικό.